LOU

Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Παραπληγία- τετραπληγία. Η ψυχοπαθολογία μιας σοβαρής αναπηρίας


Η 3η Δεκεμβρίου εορτάζεται ως η Παγκόσμια ημέρα ατόμων με αναπηρία. Η ημέρα αυτή, η οποία θεσπίστηκε το 1992 από τα Ηνωμένα Έθνη, εορτάζεται σε όλον τον πλανήτη προωθώντας την κατανόηση σε θέματα αναπηρίας και κινητοποιώντας υπέρ των δικαιωμάτων αξιοπρέπειας και ευημερίας των ατόμων με αναπηρία. Επιδιώκει την αύξηση του βαθμού ένταξης των ατόμων με αναπηρία σε κάθε πτυχή της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής.

Τι είναι όμως η αναπηρία;

Αναπηρία ορίζεται ως ο περιορισμός της κοινής δραστηριότητας του λόγου, έργου ή άμεσης αντίληψης λόγω σωματικής ή πνευματικής βλάβης ενός ανθρώπου. Γενικά, η αναπηρία διακρίνεται σε μερική και ολική καθώς και σε σωματική και διανοητική.
Τα αίτια της αναπηρίας μπορεί να είναι:
  • απώλεια όρασης
  • μετατραυματική παράλυση
  • απώλεια άνω άκρων
  • απώλεια κάτω άκρων
  • αφασία
  • παραπληγία- τετραπληγία
  • απώλεια ενός άκρου
  • ψυχοπάθεια
Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε στην παραπληγία και τετραπληγία.

Τί εννοούμε με τους όρους παραπληγία και τετραπληγία;

Η παραπληγία και η τετραπληγία αποτελούν παθήσεις στις οποίες έχουμε παράλυση των κάτω άκρων και παράλυση άνω και κάτω άκρων αντίστοιχα προκαλούμενη από βλάβη του νωτιαίου μυελού. Η βλάβη αυτή μπορεί να οφείλεται σε τραυματισμό, διαταραχή της διάπλασης, συριγγομυελία, επισκληρίδιο απόστημα, αιματομυελία, νεοπλάσματα του νωτιαίου μυελού, οξεία εγκάρσια μυελίτιδα και πολλαπλή σκλήρυνση.
Αρχικά, αφού συμβεί η βλάβη, παρατηρείται χαλαρή αισθητικοκινητική παραπληγία ή τετραπληγία από το σημείο της βλάβης και κάτω, δηλαδή ο ασθενής είναι χαλαρός (κατάργηση των τενόντιων αντανακλαστικών) και δεν κινεί τα κάτω ή και τα τέσσερα άκρα αντίστοιχα. Στη συνέχεια η παράλυση γίνεται σπαστική, δηλαδή αυξάνονται τα τενόντια αντανακλαστικά. Φυσικά έχουμε και αισθητικές διαταραχές. Ανάλογα το ύψος της βλάβης στον νωτιαίο μυελό ο ασθενής εμφανίζει διαφορετική κλινική εικόνα. Εκτός από κινητικά και αισθητικά προβλήματα, ο ασθενής μπορεί να εμφανίζει και ορθοκυστικές διαταραχές (όπως απώλεια ούρων και κοπράνων) καθώς και σεξουαλικές διαταραχές (στυτικές δυσλειτουργίες).

Θεραπεία παραπληγίας-τετραπληγίας

Η θεραπεία ενός παραπληγικού ή ενός τετραπληγικού ασθενούς, αν δεν είναι αναστρέψιμη η βλάβη, έγκειται στη σταθεροποίηση της κατάστασής του και την πρόληψη περαιτέρω βλάβης. Υπάρχει ανάγκη παρακολούθησης από πολλές ειδικότητες, όπως Νευρολόγοι και Νευροχειρουργοί αλλά και Πνευμονολόγος για την παρακολούθηση της αναπνευστικής πορείας του ασθενούς, Ουρολόγος- Ανδρολόγος για τις διαταραχές που προαναφέραμε και Παθολόγος για διάφορες άλλες επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν. Επίσης, οι ασθενείς υποβάλλονται σε φυσικοθεραπείες και εργασιοθεραπείες προσπαθώντας να βελτιώσουν την όποια κίνηση μπορούν να έχουν αλλά και ευθυγραμμίζοντας το σώμα αποτρέποντας τις παραμορφώσεις.
Για τον παραπληγικό-τετραπληγικό ασθενή η κατάσταση αυτή είναι δύσκολη και επηρεάζει πολύ αρνητικά την ψυχολογία του. Σημαντική είναι, λοιπόν, και η συμβολή του Ψυχολόγου ή του Ψυχιάτρου για να μπορέσει να βοηθήσει τον ασθενή να προσαρμοστεί στη νέα του κατάσταση.

Πώς επηρεάζει αυτή η κατάσταση τον ασθενή αλλά και τους γύρω του;

Η παραπληγία ή τετραπληγία δημιουργεί στον ασθενή και το περιβάλλον του το αίσθημα της απώλειας. Η απώλεια,που στις συγκεκριμένες περιπτώσεις είναι η απώλεια της κίνησης, είναι μεγάλο πλήγμα για το Εγώ του ασθενούς (ναρκισσιστικό πλήγμα ή ευνουχισμό). Το ακέραιο σώμα έκανε μια δουλειά στο Εγώ και τώρα, μετά τον ακρωτηριασμό (μόνιμο τραύμα, ασθένεια, αναπηρία κλπ), σταματάει να κάνει αυτή τη δουλειά. Επίσης  έχουμε το αίσθημα του πένθους, το οποίο εμφανίζεται πρωτίστως μέσω του αρνητικού μηχανισμού της άρνησης. Ο ασθενής δυσκολεύεται να αποχαιρετήσει αυτό που έχει χάσει. Αρνείται την απώλεια. Πολλές φορές εκδηλώνει, ειδικά τις πρώτες εβδομάδες, επιθετικότητα και κατάθλιψη. Η κατάθλιψη μπορεί να εκφράζεται με αυτοκαταστροφικές πράξεις, άρνηση θεραπείας, επιθετικές αντιδράσεις. Το άγχος είναι αυξημένο συνοδευόμενο από ένα αίσθημα ανικανοποίητου, κλάμα, αποθάρρυνση για το μέλλον, αίσθημα τιμωρίας, λύπη, δυσκολία στη λήψη αποφάσεων.
Η παραπληγία και τετραπληγία είναι κινητικές αναπηρίες, επομένως τόσο ο ασθενής όσο και η οικογένειά του «αναγκάζονται» να αλλάξουν ρόλους, δραστηριότητες, σκοπούς. Πρόκειται για μια συνεχής δοκιμασία προσαρμογής. Είναι προεξάρχουσας σημασίας η υποστήριξη του ασθενούς από τα άτομα του περιβάλλοντός του. Όλοι μες την οικογένεια μαθαίνουν να ζουν με ένα άτομο που μπορεί άλλοτε να τους φρόντιζε και τώρα αδυνατεί να το κάνει. Αλλά και να μη συνέβαινε αυτό, είναι δύσκολη η αναδιαμόρφωση των ρόλων μέσα σε ένα σπίτι με παραπληγικό ή τετραπληγικό. Ο ασθενής εμφανίζει προβληματική εξαρτητική συμπεριφορά (παλινδρόμηση), ενώ συχνά εμφανίζουν κατάθλιψη και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
Η ψυχολογική υποστήριξη οφείλει να περιλαμβάνει όχι μόνο τον παρα/τετραπληγικό αλλά και το περιβάλλον του.

Κοινωνικά θέματα και αναπηρία

Σε πραγματικά πολιτισμένες- οργανωμένες χώρες τα άτομα με ειδικές ανάγκες, όπως στη προκειμένη περίπτωση οι παραπληγικοί και οι τετραπληγικοί, αντιμετωπίζονται με σεβασμό που φαίνεται στην πράξη και όχι στα λόγια ή στα χαρτιά. Με τον όρο σεβασμό εννοούμε την εξασφάλιση ανεμπόδιστης πρόσβασης του ασθενή στη χρήση όλων των δημόσιων χώρων και υπηρεσιών. Να μπορεί να κινηθεί με άνεση στα πεζοδρόμια και τις διαβάσεις, να υπάρχει κατάλληλος χώρος Parking, ειδικά διαμορφωμένοι είσοδοι και έξοδοι κτιρίων, τουαλέτες, γραφεία κτλ. Όλα έχουν προδιαγραφές και σημάνσεις για άτομα με αναπηρία που τα χρειάζονται.
Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει στην Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες. Οι περισσότεροι χώροι δεν έχουν τις κατάλληλες προδιαγραφές για να μπορεί να εξυπηρετηθεί ο παρα/τετραπληγικός με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ενταχθεί γρήγορα στη κοινωνία. Αν δεν μπορεί να κυκλοφορήσει με το αμαξίδιο του στα πεζοδρόμια, στις διαβάσεις ή δεν μπορεί να κάνει τις δουλειές του στις διάφορες υπηρεσίες, ποιός είναι ο λόγος να βγει από το σπίτι του και να ταλαιπωρηθεί; Το άλλο ζητούμενο στη χώρα μας είναι ότι και όταν ακόμη υπάρχουν κάποιες σημάνσεις ή κατασκευές για τα άτομα με παραπληγία ή τετραπληγία, καταργείται στην πράξη από την αυθαιρεσία όσων πιστεύουν ότι δεν κάνουν κακό ούτε θα τιμωρηθούν, όπως με το να σταθμεύουν όπου εξυπηρετεί τους ίδιους.

Επίλογος

Η παραπληγία και η τετραπληγία είναι από τις σημαντικότερες σωματικές αναπηρίες με σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή του ασθενούς. Είναι σημαντική η υποστήριξη από τους ιατρούς, την οικογένεια αλλά και την κοινωνία. Ας ελπίζουμε ότι με τον εορτασμό της Παγκόσμιας ημέρας ατόμων με αναπηρία, κάποιοι θα βοηθήσουν στη βελτίωσης της κατάστασης στη χώρα μας, όμως το θέμα αυτό αφορά και τη συμπεριφορά όλων μας.

Δυσφορία του Γένους: πότε πρέπει να ανησυχήσουν οι γονείς; 


Σε κάθε κοινωνία υπάρχει ένα σύνολο άγραφων κανόνων σχετικά με το ποιες είναι οι αρμόζουσες συμπεριφορές για το κάθε φύλο, για τους άντρες και τις γυναίκες. Οι κανόνες αυτοί καλύπτουν ποικίλους τομείς, όπως είναι ο τρόπος ένδυσης, οι δραστηριότητες, τα ενδιαφέροντα, οι κινήσεις του σώματος ακόμα και ο τρόπος έκφρασης των συναισθημάτων. Η τήρηση των κανόνων αυτών θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση για την ομαλή ένταξη του κάθε ατόμου στο κοινωνικό σύνολο, στο οποίο ανήκει.

Η διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλου

Η διαμόρφωση συμπεριφοράς ανάλογης με το φύλο είναι μια διαδικασία, η οποία ξεκινά από πολύ νωρίς, από τη βρεφική ακόμα ηλικία. Στην ηλικία των 2 ετών το παιδί αρχίζει να κάνει διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό και στα 5 έχει ήδη διαμορφώσει κοινωνικά στερεότυπα ανάλογα με αυτά των ενηλίκων. Τα κορίτσια έχουν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια ελευθερίας στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς τους γιατί στο ρόλο τους περιλαμβάνονται και εκδηλώσεις που είναι χαρακτηριστικές των αγοριών. Για παράδειγμα, τα κορίτσια μπορεί να φορούν παντελόνια, ενώ κανένας δε μπορεί να φανταστεί ένα αγόρι να φοράει φούστα, τουλάχιστον στις δυτικές κοινωνίες. Επίσης, οι γονείς συμφωνούν τα κορίτσια να ασχολούνται με “αγορίστικα” παιχνίδια, ενώ αν δουν ένα αγόρι με κούκλα αρχίζουν να ανησυχούν. Και δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις εκείνες όπου γονείς αγχωμένοι προσέρχονται στο γραφείο κάποιου ειδικού, με αίτημα τη συμβουλευτική ή και θεραπεία του παιδιού τους που επιδεικνύει συμπεριφορές που δεν αρμόζουν στο φύλο του.
Ωστόσο, στην πορεία της ανάπτυξης είναι απόλυτα φυσιολογικό τα παιδιά να παίζουν εναλλάξ τους ρόλους του φύλου, γεγονός που βοηθάει στην κατανόηση των ρόλων και στη διαμόρφωση της δικής τους ταυτότητας. Επίσης, αρκετές φορές τα παιδιά επιλέγουν την ενασχόληση με κάποια δραστηριότητα, η οποία κοινωνικά έχει σχετισθεί με το αντίθετο φύλο, απλά και μόνο για να διατηρήσουν μια κοντινή επαφή με τον αντίστοιχο γονέα. Για παράδειγμα, ένα αγόρι που επιθυμεί να παίζει με κουζινικά παιχνίδια και να βοηθάει στο μαγείρεμα, μπορεί απλά να επιδιώκει την επαφή με τη μαμά, η οποία απουσιάζει αρκετές ώρες από το σπίτι. Επομένως, οι πρώιμες αυτές συμπεριφορές σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ερμηνευτούν ως ένδειξη κάποιας διαταραχής και δεν θα πρέπει να ανησυχούν τους γονείς.

Η δυσφορία του γένους

Οι περιπτώσεις εκείνες οι οποίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ενδείξεις κάποιας διαταραχής είναι οι περιπτώσεις παιδιών που ενώ κατανοούν ότι ανήκουν στο ένα ή το άλλο φύλο, αδυνατούν να αποδεχτούν τους ρόλους και τις συμπεριφορές που συνοδεύουν αυτό. Έτσι, αρχίζουν να αισθάνονται και να εκφράζουν δυσφορία για το φύλο τους αλλά και μια έντονη επιθυμία να ανήκουν στο άλλο φύλο, η οποία εκδηλώνεται με την υιοθέτηση αντίστοιχων συμπεριφορών. Πιο συγκεκριμένα, συνήθως τα παιδιά αυτά απορρίπτουν ρούχα και παιχνίδια που σχετίζονται με το φύλο τους, αρνούνται να ουρούν με τον τρόπο που συνηθίζεται από το γενετήσιο φύλο τους, επιδιώκουν να κάνουν παρέα με παιδιά που ανήκουν στο φύλο με το οποίο και τα ίδια ταυτίζονται, δείχνουν αποστροφή προς τα γεννητικά τους όργανα και προσδοκούν ότι μεγαλώνοντας αυτά θα εξαφανιστούν ενώ κατά την εφηβεία νιώθουν αηδία ως προς τις αλλαγές του σώματος τους.Στους εφήβους και τους ενήλικες, η επιθυμία να ανήκουν στο αντίθετο φύλο και να λαμβάνουν αντίστοιχη μεταχείριση από τον κοινωνικό περίγυρο είναι έντονη. Αρκετοί από αυτούς αλλάζουν την εμφάνισή τους ή και προβαίνουν σε εγχείριση αλλαγής φύλου.
Στις παραπάνω περιπτώσεις, πιθανόν να μιλάμε για δυσφορία του φύλου παλαιότερα γνωστή ως διαταραχή της ταυτότητας του φύλου η οποία ακολουθείται από συναισθηματικές και ψυχολογικές δυσκολίες, όπως είναι η κατάθλιψη, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το άγχος και ο φόβος της αποκάλυψης, τα οποία με τη σειρά τους μπορεί να οδηγήσουν σε απομόνωση ακόμα και σε απόπειρες αυτοκτονίας. Επιπλέον τα παιδιά αλλά και οι ενήλικες με δυσφορία του φύλου στιγματίζονται και γίνονται θύματα ρατσισμού και εκφοβισμού. Απαραίτητη προϋπόθεση για να τεθεί η διάγνωση της διαταραχής είναι η απουσία κάποιας σωματικής διαφυλικής κατάστασης ή άλλης βιολογικής διαταραχής, ενώ σπάνια σχετίζεται με την ομοφυλοφιλία η οποία θεωρείται μια διαφορετική συνθήκη.
Η διαταραχή της ταυτότητας του φύλου είναι σπάνια και τα παιδιά που πληρούν τα κριτήρια της διάγνωσης επίσης πολύ σπάνια φτάνουν στα γραφεία των ειδικών. Οι περιπτώσεις εκείνες όπου οι γονείς απευθύνονται σε κάποιον ψυχολόγο, φοβούμενοι για την σεξουαλική ταυτότητα του παιδιού τους, είναι περιπτώσεις με αβάσιμα στοιχεία, τα οποία δεν αγγίζουν ούτε κατά το ελάχιστο τα κριτήρια για τη διάγνωση της διαταραχής. Ταυτόχρονα οι φόβοι περί ομοφυλοφιλίας, την οποία οι γονείς λανθασμένα συγχέουν με την εν λόγω διαταραχή, δεν μπορούν επίσης να υποστηριχτούν πριν την εφηβεία όπου και αναπτύσσεται η σεξουαλικότητα του ατόμου. Ακόμα και σε εκείνη την ηλικία όμως, όπου υπάρχει η ανάγκη του πειραματισμού και της διαμόρφωσης της ταυτότητας τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο και αμετάκλητο γεγονός.

Ο ρόλος της ψυχοθεραπείας στην αντιμετώπιση της διαταραχής

Για την αντιμετώπιση της διαταραχής απαιτείται άμεση παρέμβαση. Όσο πιο νωρίς κατά την παιδική ηλικία εφαρμοστεί τόσο καλύτερη η πρόγνωση. Στόχος της θεραπείας είναι η συναισθηματική ανακούφιση του παιδιού, η μείωση της δυσφορίας και η αποδοχή του εαυτού. Ταυτόχρονα, η δόμηση της ταυτότητας του φύλου και η οικειοποίηση με αυτό, ώστε το παιδί μεγαλώνοντας να μπορέσει να λάβει σημαντικές αποφάσεις που αφορούν το σώμα του και την ένταξή του στον κοινωνικό περίγυρο. Επίσης, βραχυπρόθεσμα η ψυχοθεραπεία στοχεύει στην μείωση ή εξαφάνιση του κοινωνικού αποκλεισμού του παιδιού, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και η θεραπεία της οικογένειας, ώστε να μπορέσουν όλα τα μέλη να αποδεχτούν και να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους και να αποτελέσουν ένα ασφαλές πλαίσιο στήριξης για το παιδί.

Κοινωνική φοβία, συμπτώματα, πορεία και αντιμετώπιση



Η κοινωνική φοβία ανήκει στην ομάδα των αγχωδών διαταραχών και μπορεί να εμφανιστεί τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ο έντονος και επίμονος φόβος, σε κοινωνικές καταστάσεις, όπου το άτομο καλείται να ενεργήσει μπροστά σε κοινό. Η έκθεση σε τέτοιες περιστάσεις εκλύει έντονο άγχος, το οποίο μπορεί να εξελιχθεί σε Διαταραχή Πανικού. Για να υπάρξει διάγνωση της διαταραχής η φοβία θα πρέπει να παρεμποδίζει σημαντικά το άτομο στις καθημερινές του δραστηριότητες και να δημιουργεί προβλήματα στη γενικότερη λειτουργικότητά του. Από τη διάγνωση αποκλείονται οι περιπτώσεις εκείνες, όπου εξαιτίας κάποιας ιατρικής ή νευρολογικής κατάστασης (νόσος πάρκινσον, τραυλισμός κ.α.), το άτομο ανησυχεί για την εικόνα του στον κοινωνικό περίγυρο και τις επιπτώσεις της δυσκολίας του στην δουλειά ή την κοινωνική του ζωή.

Η εικόνα ενός ατόμου με κοινωνική φοβία

Τα άτομα με κοινωνική φοβία γνωρίζουν ότι ο φόβος τους είναι παράλογος, αλλά αδυνατούν να τον ελέγξουν. Συνήθως αποφεύγουν τα μέρη και τις καταστάσεις που τους προκαλούν το φοβικό συναίσθημα και όταν επιλέγουν να τα υπομείνουν, βιώνουν έντονη δυσφορία και άγχος, συνοδευόμενα από σωματικές ενοχλήσεις όπως είναι οι γαστρεντερικοί πόνοι, το αίσθημα παλμών, η εφίδρωση, η διάρροια, η ερυθρότητα του προσώπου κ.α. Κυρίως έχουν την αίσθηση ότι βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής, ότι οι άλλοι τους παρατηρούν και τους σχολιάζουν αρνητικά και ανησυχούν ότι θα θεωρηθούν ανίκανα, αδύναμα, τρελά, ανόητα κ.α. Έντονο είναι επίσης το προληπτικό άγχος, το άγχος δηλαδή το οποίο εμφανίζεται εν αναμονή κάποιας κοινωνικής περίστασης στην οποία θα πρέπει να παρευρεθεί το άτομο.
Παραδείγματα κοινωνικής φοβίας είναι το άγχος του ατόμου να μιλήσει, να φάει ή να πιει δημόσια από ανησυχία μήπως οι άλλοι παρατηρήσουν ότι τα χέρια του τρέμουν, η δυσκολία του να μιλήσει σε άλλους από φόβο μήπως δεν έχει καλή άρθρωση, η αποφυγή των πρώτων ραντεβού, των συνεντεύξεων για δουλειά κ.α. Συναφή με τα παραπάνω είναι η υπερευαισθησία στην κριτική, την αξιολόγηση ή την απόρριψη, η αποφυγή βλεμματικής επαφής, η χαμηλή αυτοεκτίμηση και τα αισθήματα κατωτερότητας.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διαχωρίσουμε την κοινωνική φοβία από την ντροπαλότητα. Ενώ κάποια συναισθήματα και αντιδράσεις μπορεί να μοιάζουν και όλοι μας ενδέχεται να έχουμε βιώσει σε ορισμένες φάσεις της ζωής μας, ωστόσο τα ντροπαλά άτομα, δεν βιώνουν τόσο έντονες σωματικές ενοχλήσεις και συμπτώματα όπως τα άτομα με κοινωνική φοβία. Επίσης τα ντροπαλά άτομα δεν αποφεύγουν κοινωνικές καταστάσεις ούτε παρεμποδίζεται η καθημερινή λειτουργικότητα τους. Τα άτομα με κοινωνική φοβία μπορεί ακόμα και να εγκαταλείψουν το σχολείο, να παραιτηθούν από την εργασία τους, έχουν λίγους φίλους και περιορισμένες ερωτικές σχέσεις, μπορεί να παραμένουν με τους γονείς τους ή να προσκολλώνται σε δυσλειτουργικές σχέσεις.
Η κοινωνική φοβία μπορεί να εμφανίζεται σε συγκεκριμένες μόνο καταστάσεις ή να είναι γενικευμένη σε πληθώρα καταστάσεων στη ζωή του ατόμου.

Η κοινωνική φοβία στα παιδιά

Η κοινωνική φοβία στα παιδιά μπορεί να εκδηλωθεί με κλάματα, νευρικότητα, προσκόλληση σε ένα οικείο πρόσωπο και βωβότητα. Συνήθως υπάρχει η εικόνα ενός “ντροπαλού” παιδιού που αρνείται να συμμετάσχει ακόμα και σε ομαδικά παιχνίδια με συνομηλίκους. Τα μεγαλύτερα παιδιά, εξαιτίας του άγχους των εξετάσεων προφορικών ή γραπτών, έχουν χαμηλή επίδοση, ενώ σε κάθε ηλικία μπορεί να εμφανιστεί άρνηση για το σχολείο. Τα παιδιά δεν αναγνωρίζουν το παράλογο του φόβου τους και δεν έχουν την δυνατότητα να αποφύγουν τις καταστάσεις εκείνες που τους προκαλούν τη δυσφορία. Επιπλέον επειδή τα παραπάνω συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της σχολικής φοβίας και του άγχους αποχωρισμού, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί ως προς τη διάγνωση αλλά και την παρέμβαση.

Η πορεία και η αντιμετώπιση της διαταραχής

Η κοινωνική φοβία φαίνεται να είναι πιο συχνή σε γυναίκες απ’ότι σε άντρες και κατά κανόνα εμφανίζεται πρώτη φορά κατά την εφηβεία. Η έναρξη μπορεί να οφείλεται σε κάποιο τραυματικό γεγονός που έφερε το άτομο σε αμηχανία ή μπορεί να είναι αιφνίδια χωρίς εμφανή αιτιολογικό παράγοντα. Στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να αναζητήσουμε τα αίτια στις οικογενειακές σχέσεις κατά την παιδική ηλικία και στο πρότυπο των ίδιων των γονέων. Η πορεία της είναι συνεχής ωστόσο η βαρύτητα της εξαρτάται από τους στρεσογόνους ή υποστηρικτικούς παράγοντες που εμφανίζονται στη ζωή του ατόμου.
Η κοινωνική φοβία μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με ψυχοθεραπεία. Κατά τη διάρκεια της το άτομο εκπαιδεύεται σε τεχνικές χαλάρωσης και ανακούφισης από το άγχος και εντοπίζει τα αίτια και τις δυσλειτουργικές σκέψεις που οδηγούν στην διαταραχή, τα οποία κατανοεί και αναδομεί σε θετικές πεποιθήσεις και συμπεριφορές. Στην περίπτωση όπου η φοβία οφείλει τα αίτια της σε κάποιο τραυματικό γεγονός, ιδιαίτερα αποτελεσματική μπορεί να είναι η μέθοδος EMDR (Eye movement desensitization and reprocessing), η πλέον σύγχρονη μέθοδος για την αντιμετώπιση ψυχικού τραύματος. Με τη μέθοδο αυτή το άτομο έρχεται σε επαφή με το αρχικό τραυματικό γεγονός, το επεξεργάζεται μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον και με αυτό τον τρόπο επέρχεται η ίαση. Επιπλέον επεξεργάζεται μελλοντικές κοινωνικές καταστάσεις ή προσεχείς καταστάσεις οι οποίες του προκαλούν φόβο, έτσι ώστε να μπορέσει να ανταπεξέλθει σε αυτές με επιτυχία.
Τέλος στην κοινωνική φοβία ιδιαίτερα αποτελεσματική μπορεί να είναι η ομαδική θεραπεία, όπου το άτομο βρίσκει ένα πλαίσιο στήριξης από άλλα άτομα με το ίδιο πρόβλημα αλλά μπορεί ταυτόχρονα να πειραματιστεί σε όσα τον αγχώνουν μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον αποδοχής.
Σε περιπτώσεις όπου τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα έντονα ενδεχομένως να απαιτείται φαρμακευτική αγωγή. Ένας έμπειρος ψυχολόγος μπορεί να καθορίσει το θεραπευτικό συμβόλαιο και να συμβουλέψει σωστά για όσα απαιτούνται για την αντιμετώπιση της διαταραχής.

Ξέσπασμα θυμού ή αισθητηριακή κατάρρευση; Γιατί έχει σημασία να γνωρίζουμε τη διαφορά;



Οι εκρήξεις θυμού μπορεί να είναι συχνό γεγονός στη καθημερινότητα κάποιων παιδιών με διαταραχή αυτιστικού φάσματος. Η εμφάνισή τους έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ικανότητα του παιδιού να ανταπεξελθει στις ανάγκες της καθημερινότητας, στην οικογενειακή ζωή, στην ποιότητα ζωής της οικογένειας, στις σχεσεις γονέων και παιδιού αλλά και στις κοινωνικές τους σχέσεις και αλληλεπιδράσεις.
Εστω όμως κι αν η εικόνα που βλέπουμε είναι μία, αυτή ενός παιδιού που ουρλιάζει, κλωτσάει, φωνάζει, χτυπάει τα πόδια στο πάτωμα ή πέφτει στο πάτωμα, μιλάει άσχημα, δαγκώνει κι αλλες παρόμοιες εκδηλώσεις, οι εκδοχές για τη συμπεριφορά αυτή είναι δύο και διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους σε αιτιολογία αλλά και αντιμετώπιση.

Ξεσπασμα θυμού (tantrum)

Αισθητηριακή Κατάρρευση (Meltdown)

Συμβαίνει λόγω αδυναμίας του παιδιού να πετύχει κάτι που θέλει.
Συμβάινει λόγω υπερβολικής εισροής ερεθισματων, τα οποία δεν μπορεί το παιδί να χειριστεί.
Συνοδεύεται από κάποια απαίτηση κι εχει στοχο την εκπλήρωσή της.
Δεν υπάρχει στόχος, δεν συνδέεται με κάποια απαίτηση του παιδιού.
Το παιδί παρατηρεί τις αντιδράσεις των αλλων και μπορεί να τροποποιήσει την ένταση ή τη μορφή της έκρηξης ανάλογα με αυτές.
Το παιδί δεν ενδιαφέρεται για τις αντιδράσεις των άλλων.
Το παιδί προσέχει μην χτυπήσει.
Το παιδί αντιδρά ενστικτωδώς στην υπερβολική έκθεση σε ερεθίσματα, οπότε δεν μπορεί να προσέξει ώστε να αποφύγει τραυματισμούς.
Τελειώνει γρήγορα, αμέσως μόλις ικανοποιηθεί το αίτημα του παιδιού ή μολις κουραστεί.
Έχει μεγαλύτερη διάρκεια και καταλαγιάζει σταδιακά, είτε αφού απομακρυνθεί το παιδί από το στρεσογόνο περιβάλλον είτε όταν με το δικο του ρυθμό συνηθισει το περιβάλλον.
Το παιδί έχει έλεγχο των αντιδράσεών του.
Το παιδί αντιλαμβάνεται την υπερβολική εκθεση σε ερεθίσματα ως απειλή και δρα με το ένστικτο επιβίωσης.
Αντιμετώπιση με τροποποίηση συμπεριφοράς, ώστε να διδαχθεί το παιδι λειτουργικούς τροπους να πετυχαίνει αυτό που επιθυμεί.
Αντιμετώπιση με απομάκρυνση από περιβάλλοντα που προκαλούν την κατάρρευση την ώρα που συμβαίνει και ευκαιρίες εξοικείωσης με τέτοια περιβάλλοντα σταδιακά. Διδασκαλία τεχνικών χαλάρωσης.

Σημαντικό να θυμομαστε οτι την ωρα της εκρηξης, είτε tantrum είτε meltdown, αποφεύγουμε δικές μας εντονες αντιδράσεις όπως φωνές, χειρονομίες, τραβήγματα, γιατί επιδεινώνουμε την κατάσταση! Παραμενουμε ψυχραιμοι και ήρεμοι μεχρι να σταματήσει η εκρηξη και οποιαδήποτε παρέμβαση τη δρομολογούμε σε στιγμή που το παιδί ειναι πια ήρεμο.