LOU

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

Το έγκλημα υπάρχει και στα γονίδια: Το εγκεφαλογράφημα του Σεχίδη

Είναι δυνατόν βιολογικά χαρακτηριστικά και εγκεφαλικές ανωμαλίες να οδηγήσουν σε δικανικές κρίσεις ή ακόμη και σε αθωώσεις δολοφόνων; Η επιστήμη γίνεται «κλειδί» για την απόδοση ευθυνών σε εγκληματικές συμπεριφορές, αλλά συχνά και «αντικλείδι» για την απαλλαγή εγκληματιών από την ευθύνη της πράξης τους σε δικαστικό επίπεδο. Τα δικαστήρια έχουν αρχίσει να μπαίνουν στο δίλημμα: Δικάζουμε τον εγκέφαλο του δολοφόνου ή τον ίδιο τον δολοφόνο;
«Αν οι διαταραχές συνείδησης μπορούσαν να διαγνωστούν μόνο με βιολογικά κριτήρια, τότε τα παραδοσιακά νομικά τεστ για την τρέλα, που χρησιμοποιούν τις φιλοσοφικές έννοιες της ελεύθερης βούλησης και της ηθικής γνώσης για τον καταλογισμό μιας πράξης, θα πήγαιναν στράφι». Ο Zachary Weiss, περιφερειακός εισαγγελέας στη Νέα Υόρκη, δεν είχε φανταστεί ότι μια δικαστική υπόθεση δολοφονίας, την οποία είχε αναλάβει προς διαλεύκανση, θα τον οδηγούσε όχι μόνο σε απαντήσεις αλλά και σε ένα ερώτημα που φαίνεται να ανατέλλει μαζί με τον 21ο αιώνα. Μπορεί να «πετάξει» κανείς το ηθικό βάρος ενός εγκλήματος, ψάχνοντας στο ανθρώπινο μυαλό και χαρτογραφώντας τον εγκέφαλο; Βιολογικά χαρακτηριστικά και εγκεφαλικές ανωμαλίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αθώωση δολοφόνων με το αιτιολογικό του μειωμένου καταλογισμού; Ετσι κι αλλιώς η βιολογία και η γενετική έχουν μπει στην υπηρεσία της διερεύνησης της εγκληματικής συμπεριφοράς.
Εχουν όμως ήδη φουντώσει παγκοσμίως οι συζητήσεις για το αν μπορούν να αποτελέσουν «όχημα» για δικανικές κρίσεις ή ακόμη και για αθωώσεις εγκληματιών. Πόσο απέχει ο εφιάλτης από τη λύτρωση που μπορεί να παρέχει η επιστήμη; Πόσο απέχουν οι θεωρίες περί «εγκληματία ανθρώπου» και «γεννημένου δολοφόνου» παλαιότερων εποχών από τα εχέγγυα μιας επιστήμης που διεισδύει στα άδυτα της ανθρώπινης νόησης ­ όχι για να φορέσει «κίτρινο αστέρι» διαχωρισμού σε καλούς και κακούς ­ αλλά για να ανοίξει μία ακόμη πύλη στη γνώση.
Πρόσφατα, στην Αμερική, δύο υποθέσεις άγριων εγκλημάτων συγκλόνισαν τόσο την κοινή γνώμη όσο και τους δικαστικούς κύκλους. Ο Πακιστανός Mir Aimal Kasi πυροβόλησε και σκότωσε δύο υπαλλήλους της CIA. Στη δίκη του ο Richard Restac, καθηγητής νευρολογίας στο George Washington University Medical Center, παρουσίασε τα αποτελέσματα των μαγνητικών τομογραφιών που έγιναν στον εγκέφαλο του κατηγορουμένου ύστερα από αίτημα της υπεράσπισης. Η εξέταση έδειξε ότι υπήρχαν αλλοιώσεις στους μετωπιαίους λοβούς του εγκεφάλου του ενώ παρατηρήθηκε μειωμένη ροή αίματος στην ίδια περιοχή. Οι ανωμαλίες αυτές «μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές συνείδησης και αδυναμία εκτίμησης των πράξεών του». Παρ' όλο που οι ένορκοι έλαβαν υπόψη τους το ενδεχόμενο εγκεφαλικής βλάβης του Kasi, τελικά τον καταδίκασαν σε θάνατο.
Φόνοι στο μικροσκόπιο
Η δίκη έφερε στην επιφάνεια μια ανάλογη περίπτωση φόνου, στην οποία οι συνήγοροι υπεράσπισης χρησιμοποίησαν εξελιγμένες μεθόδους απεικόνισης του εγκεφάλου για να απαλλάξουν τον πελάτη τους από την κατηγόρια του φόνου εν πλήρει συνειδήσει. Ενας 64χρονος άντρας, που ποτέ δεν είχε απασχολήσει την αστυνομία και είχε φυσιογνωμία ενός ήρεμου και καλού οικογενειάρχη, οδηγήθηκε στη φυλακή επειδή σκότωσε τη σύζυγό του. ΟHerbert Weinstein στραγγάλισε τη σύζυγό του και προσπάθησε να κρύψει όλα τα στοιχεία που τον επιβάρυναν. Μάλιστα πέταξε το σώμα της από τον δωδέκατο όροφο του διαμερίσματός τους για να φανεί ως ατύχημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ιατροδικαστές διαπίστωσαν ότι η γυναίκα ζούσε ακόμη πριν από την πρόσκρουση στο πεζοδρόμιο. Τελικά, είκοσι μήνες μετά τον φόνο, οι συνήγοροί του παρουσίασαν στο δικαστήριο μια σειρά ιατρικών και ψυχιατρικών γνωματεύσεων που έδειχναν ότι ο κατηγορούμενος είχε μια μεγάλη κύστη στον αραχνοειδή χώρο του εγκεφάλου, που πίεζε τους αριστερούς μετωπιαίους και κροταφικούς λοβούς. Αυτό προκαλούσε «υπομεταβολισμό, κάτι που με τη σειρά του έκανε δύσκολο γι' αυτόν να έχει επίγνωση της διαφοράς ανάμεσα στο σωστό και στο λάθος».
Το θέμα βέβαια είναι ότι τέτοιες κύστες έχουν ανιχνευθεί στον εγκέφαλο χιλιάδων ανθρώπων. Μόνο στη Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, 40.000 άτομα έχουν κάτι αντίστοιχο. Από την άλλη πλευρά, όλοι αυτοί μπορούν να θεωρηθούν εν δυνάμει δολοφόνοι; Η γενικοποίηση είναι επικίνδυνη και μοιάζει εφιαλτικό να φτάσουμε σε ακραίες οριοθετήσεις υπό τον τίτλο «εγκέφαλος δολοφόνου».
«Με ανατριχιάζει η αναφορά και μόνο σε "εγκέφαλο δολοφόνου". Μου θυμίζει τον εκ γενετής δολοφόνο του Lombroso. Είναι εφιαλτικό να μιλά κανείς για εγκληματογένεση καταγράφοντας βιολογικά χαρακτηριστικά» επισημαίνει ο νευρολόγος και ψυχίατρος κ.Μανόλης Μυλωνάκης. Ο ιταλός γιατρός C. Lombroso, επηρεασμένος από τη θεωρία του Δαρβίνου για τη γραμμική εξέλιξη των ειδών, δημοσίευσε το 1876 το σύγγραμμά του «Ο εγκληματίας άνθρωπος». Κατά τη θεωρία του, οι εγκληματίες είναι άτομα τα οποία «δεν ακολούθησαν όλη την εξελικτική διαδικασία και έμειναν σε βιολογικά προγενέστερα στάδια». Γι' αυτό παρουσιάζουν συμπεριφορές αντικοινωνικές σε αντίθεση με τους «κανονικούς» ανθρώπους. Είχε εξετάσει 383 κρανία κακοποιών και κατέγραψε βιολογικά χαρακτηριστικά τους, τα οποία συνέκρινε με τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά κρανίων νεκρών στρατιωτών. Επίσης εξέτασε 5.907 ζωντανούς εγκληματίες και αντίστοιχο δείγμα «μη εγκληματιών». Οπως εξηγεί η κυρία Χριστίνα Ζαραφωνίτου στο βιβλίο της «Εμπειρική Εγκληματολογία», διαπίστωσε ότι «ο ινιακός λακκίσκος ήταν ανοιχτός στους περισσότερους εγκληματίες, το μετωπικό οστούν προτεταμένο, τα ζυγωματικά τους πολύ ανεπτυγμένα, τα μάτια βαθουλωμένα, το στόμα λεπτό και τα χέρια τους πολύ μακριά. Προσέδωσε, τέλος, αταβιστικές διαστάσεις στη θεωρία του αυτή, ισχυριζόμενος ότι τα βιολογικά αυτά χαρακτηριστικά, τα οποία είναι αποτέλεσμα γενετικού εκφυλισμού, μεταβιβάζονται κληρονομικά».
Ως τώρα ακόμη υπάρχει η αμφισβήτηση ως προς το ποιος από τους τρεις παράγοντες (γενότυπος, περιβάλλον, γενότυπος - περιβάλλον) συμβάλλει περισσότερο στην εκδήλωση ψυχικών νόσων ή στην εγκληματική συμπεριφορά. Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών και καθηγητής Γενετικής κ. Σταμάτης Αλαχιώτης επισημαίνει ότι τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα όσον αφορά τη γενετική συνεισφορά σε όλα αυτά. Υπάρχουν μερικοί παράγοντες οι οποίοι έχουν κάποια γενετική βάση και μπορούν να θεωρηθούν σπουδαίοι καθοριστές για τη διάπραξη ενός εγκλήματος. «Ενας τέτοιος παράγων είναι ο δείκτης νοημοσύνης. Ενας μεγάλος αριθμός εγκλημάτων έχει γίνει από άτομα χαμηλού IQ. Επίσης ο πληθυσμιακόςβαθμός εμφάνισης (incidence) ανώμαλων ηλεκτροεγκεφαλογραφημάτων είναι μεγαλύτεροςστους εγκληματίες σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Πρέπει να τονιστεί ότι έχει ήδημελετηθεί η γενετική βάση πολλών προτύπων ηλεκτροεγκεφαλογραφημάτων. Ενας ακόμηπαράγων είναι οι φυλετικές χρωματοσωματικές ανωμαλίες. Μεταξύ άλλων, είναι ενδεικτική η μελέτη που έγινε σε φυλακισμένους νεαρούς Δανούς και βρέθηκε ότι το Υ χρωματόσωμά τους ήταν τέσσερις φορές μακρύτερο του κανονικού».
Οι γενετικές αυτές ανωμαλίες, που σχετίζονται με αντικοινωνική ή εγκληματική συμπεριφορά, χρησιμοποιούνται από τους δικηγόρους υπεράσπισης, αν και δεν υπάρχει ακόμη οριστική λύση του νομικογενετικού αυτού προβλήματος. Μέχρι στιγμής όμως δεν έχει τύχει στα ελληνικά δικαστήρια να γίνει δεκτή πραγματογνωμοσύνη από γενετιστή. Εκείνο που ενδιαφέρει είναι η στιγμή που διεπράχθη η εγκληματική πράξη. Αν εκείνη τη στιγμή υπήρχε «απόλυτη» διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών ή της συνείδησης, ο δράστης δεν τιμωρείται. «Αν υπήρξε ελαττωμένη διατάραξη, τότε τιμωρείται με επιείκεια. Θα μπορούσε θεωρητικά να υποστηριχθεί ότι κάποιος που φέρει στο DNA του», διευκρινίζει οΧάρης Πολίτης, πρόεδρος Ελληνικής Ιατρονομικής Εταιρείας, «το γονίδιο, λόγου χάριν,που έχει κριθεί ή θα κριθεί ότι οδηγεί σε σεξουαλικά εγκλήματα, φέρει μια γενετική προδιάθεση. Είναι όμως αυτή αναγκαία για να κριθεί κάποιος βιαστής με επιείκεια; Θα γινόταν αποδεκτή η θέση του δικαστηρίου ότι η γενετική αυτή προδιάθεση εκείνη τη στιγμή προκάλεσε διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών;». Ο κίνδυνος, σημειώνει ο κ. Πολίτης, είναι να οδηγηθούμε σε ένα «ντετερμινιστικό» μοντέλο αποτίμησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς «που είναι αρκετά επικίνδυνο για την έννομη τάξη, γιατί έτσι θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν τα περισσότερα εγκλήματα».
Στην ποινική δίκη σήμερα διατάσσεται η διεξαγωγή ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, για να διαπιστωθεί αν ο κατηγορούμενος πάσχει από ψυχική ασθένεια, η οποία επηρέασε την ικανότητά του προς καταλογισμό. Οπως επισημαίνει ο κ. Ηλίας Αναγνωστόπουλος, επίκουρος καθηγητής Ποινικού Δικαίου στο Πανεπιστημίο Αθηνών, οι ψυχίατροι - πραγματογνώμονες μπορούν να χρησιμοποιήσουν όλες τις αναγνωρισμένες στην επιστημονική κοινότητα μεθόδους εξέτασης του κατηγορουμένου - ασθενούς. Σε αυτές περιλαμβάνεται και η εξέταση του σώματος και ο συσχετισμός τυχόν ευρημάτων με την ψυχική ασθένεια ή ανωμαλία που διαγιγνώσκεται. «Το δικαστήριο εκτιμά ελεύθερα τα πορίσματα της πραγματογνωμοσύνης. Η ελεύθερη εκτίμηση περιλαμβάνει και την αξιολόγηση από πλευράς εγκυρότητας και αξιοπιστίας των μεθόδων που εφήρμοσαν οιπραγματογνώμονες».
Οι εγκεφαλικές βλάβες ως αποδεικτικό στοιχείο μη καταλογισμού των κατηγορουμένων για διάπραξη εγκλημάτων έχουν έρθει στο προσκήνιο της ελληνικής δικαστικής πραγματικότητας με την υπόθεση Σεχίδη. Αν και πρωτοδίκως δεν αναγνωρίστηκε από τους δικαστές κανένα ελαφρυντικό, νέα στοιχεία και ιατρικές γνωματεύσεις για εγκεφαλικές ανωμαλίες θα χρησιμοποιηθούν από τους δικηγόρους υπεράσπισης στο Εφετείο.
Ιούλιος 1996. Η καλοκαιρινή σιέστα διακόπτεται βίαια από μια είδηση φονικού. Η κοινή γνώμη παρακολουθεί, συγκλονισμένη, τις λεπτομέρειες ενός πενταπλού εγκλήματος, που αποκαλύφθηκε δύο μήνες μετά την τέλεσή του! Ο 24χρονος Θεόφιλος Σεχίδηςδολοφόνησε τον πατέρα του, τη μητέρα του, την αδελφή του, τη γιαγιά του και τον θείο του. Το έγκλημα διεπράχθη στο πατρικό σπίτι της οικογένειας, στον Λιμένα Θάσου, στις 19 και 20 Μαΐου. Από την αρχή διεφάνη ότι δεν ήταν μια τυπική περίπτωση οικογενειακού δράματος. Στιγμή με τη στιγμή αναδύονταν νέα στοιχεία που συνέθεταν ένα αλλόκοτο παζλ θανάτου. Ο Σεχίδης, φοιτητής Νομικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, τεμάχισε τα σώματά τους, τα τοποθέτησε σε σακούλες και τα μετέφερε στο αυτοκίνητό του· στη συνέχεια πήγε με το φέρι μπόουτ στην Καβάλα, όπου και τα εξαφάνισε σε σκουπιδότοπο. Βρέθηκε μόνο το πτώμα του θείου του σε μια χαράδρα βάθους δέκα μέτρων, στον Λιμένα Θάσου. Στην απολογία του ισχυρίστηκε ότι διέπραξε τις δολοφονίες επειδή τα μέλη της οικογένειάς του ήθελαν να τον εξοντώσουν. «Γνωρίζω τις κατηγορίες που μου αποδίδονται και αποδέχομαι τις πράξεις μου» είπε. «Υπήρξε συνωμοσία εναντίον μου. Ηθελαν να με ξεκάνουν και τους ξέκανα πρώτος».
Στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας του δικαστηρίου χαρακτήρισε τον Σεχίδη «εγκληματία του αιώνα» και πρότεινε να μην του αναγνωρισθεί κανένα ελαφρυντικό. Στη δίκη κατέθεσαν και οι δύο ψυχίατροι που εξέτασαν τον Σεχίδη επί ένα τρίμηνο μετά τη δολοφονία. Ο αναπληρωτής καθηγητής της Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης κ. Γ.Καπρίνης και ο ψυχίατρος κ. Χρήστος Σκαρόπουλος κατέθεσαν ότι δεν είναι παράφρων αλλά πρόσωπο «με σχιζότυπη διαταραχή». Εν τέλει, απεφάνθησαν ότι ο Σεχίδης διέπραξε τα εγκλήματά του ενσυνειδήτως και εν επιγνώσει. Το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Δράμας τον καταδίκασε σε πέντε φορές ισόβια και του επέβαλε χρηματική ποινή εκατό εκατομμυρίων δραχμών, ως ικανοποίηση των πολιτικών εναγόντων.
Ο μοναχικός και μελαγχολικός νεαρός, όπως τον περιέγραφαν συγγενείς και συντοπίτες του στον Λιμένα Θάσου, «αγαπούσε το διάβασμα, τη ζωγραφική και την κλασική μουσική, πώς να φανταστείς ότι θα έπνιγε στο αίμα και θα αφάνιζε πέντε ζωές;». Ενα κλικ, λέμε συχνά, απέχει η τρέλα από την ισορροπία του ανθρώπινου μυαλού. Ως τώρα πιστεύαμε ότι ένας δολοφόνος μπορεί να είναι και παράφρων. Μόνο η «τρέλα» μπορούσε να απαλλάξει από το βάρος του φόνου, σε ηθικό και νομικό πεδίο. Πόσο κοντά όμως είναι η αποδοχή ότι οργανικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά μπορεί να αποτελέσουν απόδειξη για μειωμένο καταλογισμό στο δικαστήριο;
Ενα έγγραφο που κατατέθηκε στη δίκη Σεχίδη από τους συνηγόρους του αποτέλεσε στοιχείο προς αυτή την κατεύθυνση. Σε γνωμάτευση από αξονική τομογραφία στον εγκέφαλο του Σεχίδη, στις 2 Ιουνίου 1992, ο ακτινολόγος - ειδικός νευρακτινολόγος Χρίστος Β.Παπαγιάννης, τέως επιμελητής Atkinson Norley's Hospital του Λονδίνου, αναφέρει:«Εγιναν τομές από τη βάση προς την κορυφή του κρανίου. Από τη μελέτη της σειράς των εικόνων προκύπτουν τα εξής: Στις τομές που αναδεικνύουν το προσωπικό κρανίο σημειώνεται η υπερανάπτυξη των μετωπιαίων κόλπων. Στις υποσκηνίδιες τομές δεν παρατηρούνται παθολογικά ευρήματα. Στις υπερσκηνίδιες τομές παρατηρείται μεγάλου βαθμού ατροφία του φλοιού των μετωπιαίων λοβών, με συνοδό διεύρυνση του υπαραχνοειδούς χώρου της κυρτότητας αυτών και της πρόσθιας ημισφαιρικής σχισμής,αλλοιώσεις οι οποίες δεν είναι συμβατές με την ηλικία του ασθενούς». Είναι εμφανές ότι, σύμφωνα με αυτή τη διάγνωση, υπάρχουν ευρήματα που δείχνουν εγκεφαλικές ανωμαλίες. Η πραγματογνωμοσύνη όμως των ψυχιάτρων που κατέθεσαν στη δίκη και εξέτασαν τον Σεχίδη ήρθε σε πλήρη αντίθεση με τις παραπάνω διαπιστώσεις. «Προκειμένου νααποκλεισθεί κάθε συμμετοχή οργανικού παράγοντος έγινε πλήρης νευρολογική εξέταση,κατά την οποία δεν διαπιστώθηκε τίποτε το παθολογικό, υπεβλήθη σε ηλεκτροεγκεφαλικό έλεγχο και χαρτογράφηση του εγκεφάλου, όπου δεν διαπιστώθηκε τίποτε το παθολογικό,καθώς επίσης και σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όπου επίσης τα ευρήματα ήσαν φυσιολογικά».
Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες μετά τη μεταφορά του Σεχίδη στις φυλακές Κομοτηνής. Στα τέλη του καλοκαιριού 1997 κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά του στον Κορυδαλλό για ψυχιατρική παρακολούθηση, καθώς ο Σεχίδης παρουσίασε ψυχολογικές διαταραχές και δεν επικοινωνούσε με το περιβάλλον του. Ετσι για μία ακόμη φορά η περίπτωση Σεχίδη υποβάλλεται στο «μικροσκόπιο» της εξέτασης. Με εντολή του ψυχιάτρου των Φυλακών Κορυδαλλού, ο Σεχίδης εστάλη για αξονική τομογραφία εγκεφάλου στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας. Η γνωμάτευση έδειξε ότι υπάρχουν εγκεφαλικά ευρήματα που δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν φυσιολογικά. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Εικόνα φλοιώδους παρεγχυματικήςατροφίας, εμφανούς κυρίως στους μετωπιαίους λοβούς άμφω. Εστιακές βλάβες δεν ελέγχονται. Κοιλιακό σύστημα κ.φ. Εκτεταμένα φλεγμονώδη στοιχεία αναπτύσσονται στον αριστερό μετωπιαίο κόλπο».
Είναι γνωστό ότι οι λοβοί που σχετίζονται με τη συνείδηση, το συναίσθημα και τη συμπεριφορά είναι οι μετωπιαίοι και οι κροταφικοί. Βλάβη τους μπορεί να επιφέρει διαταραχές. Η υπεράσπιση του Σεχίδη στο Εφετείο θα επιχειρήσει να αναδείξει αυτό το στοιχείο, θέτοντας υπό την κρίση των δικαστών ότι υπάρχει οργανικός παράγοντας που επηρέασε τη συμπεριφορά του και τον οδήγησε σε εγκλήματα ασυνειδήτως. Ο κ. ΤάσοςΚοεμτζίδης, δικηγόρος του Σεχίδη, δεν θέλησε να εμπλακεί σε σχετική συζήτηση όταν επικοινωνήσαμε μαζί του. Μας είπε μόνο: «Η εμμονή του κατηγορούμενου στην ενοχή του και στην ψυχική του υγεία δεν θα εμποδίσει τη δικαιοσύνη να επιτελέσει το έργο της και στον δεύτερο βαθμό». Το σίγουρο είναι ότι η περίπτωση Σεχίδη μπορεί να θέσει στην ελληνική δικαιοσύνη το δίλημμα να στείλει στη φυλακή «τον εγκέφαλο του δολοφόνου ή τον ίδιο τον δολοφόνο;».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου